Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2017

Το “καναδικό brand”: Βία και καναδικές εξορυκτικές εταιρίες στη Λατινική Αμερική



Τραυματισμένος διαδηλωτής προσπαθεί να διαφύγει καθώς η αστυνομία χρησιμοποιεί δακρυγόνα και γκλοπ με σκοπό να διαλύσει τη διαμαρτυρία ενάντια στο ορυχείο Tambor στη Γουατεμάλα (23 Μαΐου 2014, Reuters)


Πηγή άρθρου: www.justice-project.org

Το project Δικαιοσύνη και Εταιρική Λογοδοσία (Justice and Corporate Accountability Project - JCAP) καταγράφει τα ανησυχητικά περιστατικά βίας που συνδέονται με καναδικές εξορυκτικές εταιρίες στη Λατινική Αμερική. Σε γενικές γραμμές, ούτε η καναδική κυβέρνηση ούτε η βιομηχανία παρακολουθούν ή καταγγέλουν αυτά τα περιστατικά.


Τι ανακαλύψαμε για τον βαθμό βίας και ποινικοποίησης κατά την περίοδο 2000-2015

Στην εργασία καταγράφονται γεγονότα τα οποία έχουν επιβεβαιωθεί από τουλάχιστον δύο ανεξάρτητες πηγές. Βρήκαμε:

> περιστατικά που εμπλέκουν 28 καναδικές εταιρίες
> 44 θανάτους, 30 εκ των οποίων έχουν χαρακτηριστεί ως “στοχευμένοι”
> 403 τραυματισμούς, 363 εκ των οποίων συνέβησαν κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων και συγκρούσεων
> 709 περιπτώσεις “ποινικοποίησης”, που περιλαμβάνουν καταγγελίες, συλλήψεις, κρατήσεις και κατηγορίες
> εκτεταμένη γεωγραφική κατανομή καταγεγραμμένων περιστατικών βίας: θανάτους σε 11 χώρες, τραυματισμούς σε 13 χώρες και ποινικοποίηση σε 12 χώρες.

Επιπλέον, η έρευνά μας δείχνει ότι οι καναδικές εταιρίες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο του Τορόντο, δεν περιλαμβάνουν τα περιστατικά βίας στις υποχρεωτικές αναφορές περί εταιρικής απόδοσης.

Κατά την περίοδο 2000-2015:

> Οι εισηγμένες εταιρίες ανέφεραν το 24,2% των θανάτων και το 12,3% των τραυματισμέων που καταγράφονται στην παρούσα εργασία
> Οι μεγαλύτερες εταιρίες είχαν την τάση να αναφέρονται στα περιστατικά με ασαφή ορολογία, χρησιμοποιώντας γενικεύσεις, ενώ οι μικρότερες εταιρίες έδιναν πιο λεπτομερείες αναφορές.


Ποια είναι η σημασία αυτής της μελέτης;

Η παρούσα μελέτη για τη βία και την ποινικοποίηση που σχετίζεται με την εξορυκτική βιομηχανία στη Λατινική Αμερική, είναι η πρώτη που:

> συγκεντρώνει στοιχεία από αναφορές βίας επί περίοδο 15ετίας
> κατονομάζει τις εταιρίες που εμπλέκονται κι αναζητά τα σχόλια των εταιριών σχετικά με τα περιστατικά
> παρέχει λεπτομέρειες και πηγές των γεγονότων, ούτως ώστε να μπορεί κάποιος να αναπαράξει τα αποτελέσματα.


Τα περιστατικά που καταγράφονται στην παρούσα εργασία φαίνεται να είναι η κορυφή του παγόβουνου

Κατά τη διάρκεια της έρευνας συναντήσαμε πολλές αναφορές θανάτων, τραυματιστών και ποινικοποίησης τις οποίες δεν καταφέραμε να συμπεριλάβουμε, καθώς δεν μπορούσαν να διασταυρωθούν από τουλάχιστον δύο ανεξάρτητες πηγές. Δεν ήμασταν σε θέση να συμπεριλάβουμε θανατικές απειλές, εμπρησμούς σε σοδειές και καταστροφές περιουσίας, εξαναγκασμένους εκτοπισμούς, αναφορές για απόπειρες ανθρωποκτονίας χωρίς τραυματισμό, ασθένειες από περιβαλλοντική μόλυνση ή ψυχολογικά τραύματα λόγω βίας, λόγω της έκτασης των πόρων που απαιτείται για την τεκμηρίωση τέτοιων περιστατικών. Η βία που καταγράφεται αφορά αποκλειστικά χώρες της Λατινικής Αμερικής, και δεν καλύπτει τα καναδικά ορυχεία σε άλλα μέρη του κόσμου.


Ο κόσμος αρχίζει να παρατηρεί τις καναδικές εταιρίες – για τους λάθος λόγους

Ο Καναδάς έχει δεχτεί διεθνείς κριτικές για την έλλειψη επιτήρησης στις εξορυκτικές εταιρίες. Εκεί εδρεύουν περισσότερες από οπουδήποτε αλλού. 41% των μεγάλων εξορυκτικών εταιριών που δραστηριοποιούνται στη Λατινική Αμερική είναι καναδικές.

> Τέσσερις επιτροπές του ΟΗΕ έχουν καλέσει τον Καναδά να καταλογίσει στις καναδικές εταιρίες τις ευθύνες που τους αναλογούν για τις δραστηριότητές τους στο εξωτερικό.
> Η “Δια-Αμερικανική Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα” (Inter-American Commission on Human Rights) έχει κάνει τρεις ακροάσεις για τις ευθύνες των καναδικών εξορυκτικών εταιριών κι έχει καλέσει τον Καναδά να υιοθετήσει μέτρα προς αποφυγή “πολλαπλών παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων”.
> Τον Ιούνιο του 2016, 180 οργανώσεις της Λατινικής Αμερικής έστειλαν επιστολή στον πρωθυπουργό Τρουντώ, απαιτώντας να υλοποιηθούν οι υποσχέσεις για μηχανισμό ανάληψης εταιρικών και κρατικών ευθυνών.


Η παρούσα κυβερνητική πολιτική δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα

Η καναδική κυβέρνηση συνεχίζει να προωθεί το “καναδικό brand” βασιζόμενη σε εθελοντικούς, μη εφαρμόσιμους κώδικες Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (Corporate Social Responsibility – CSR) για να υπολογίσει την εταιρική διαγωγή. Οι δύο κύριοι κυβερνητικοί φορείς που είναι υπεύθυνοι για τον CSR, είναι ο Σύμβουλος CSR (Extractive Sector Corporate Social Responsibility Counsellor – CSR Counsellor) και το Εθνικό Σημείο Επαφής (National Contact Point - NPC) που υπάγεται στον διεθνή Οργανισμό για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (Organization of Economic Cooperation and Development - OECD). Κανένας τους δεν διεξάγει έρευνες, ούτε έχει την εξουσία να επιβάλλει άμεσες κυρώσεις ή να αποζημιώσει τα θύματα. Η μόνη εξουσία τους είναι να προτείνουν την απόσυρση της υποστήριξης από την καναδική κυβέρνηση, είτε οικονομικής είτε μέσω πρεσβείας.

Δεν υπάρχει καμία ένδειξη για συστηματική αξιολόγηση της εταιρικής συμπεριφοράς, ούτε δημοσιευμένες πληροφορίες που να αποδεικνύουν ότι ο παρών CSR Counsellor έχει ανταποκριθεί στις αναφορές βίας ή έχει περιεργαστεί την απόσυρση της υποστήριξης από τις καναδικές πρεσβείες.


Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι η κυβέρνηση δεν έχει την δυνατότητα να διαχειριστεί επιπλέον καταγγελίες

Η διεθνής κοινότητα απαιτεί έναν πιο ισχυρό μηχανισμό καταλογισμού ευθυνών για το κράτος και τις εταιρίες, οι αντίπαλοι όμως ισχυρίζονται πως η κυβέρνηση δεν έχει τη δυνατότητα να διαχειριστεί επιπλέον καταγγελίες. Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι ο παρών Σύμβουλος CSR ή το NCP έχουν υπερβολικό φόρτο εργασίας.

> Ο Σύμβουλος CSR ιδρύθηκε το 2009 κι έχει επεξεργαστεί μονάχα έξι καταγγελίες
> Η ιστοσελίδα του παρόντος Συμβούλου CSR δεν εμφανίζει καθόλου στοιχεία για έρευνες, αντιπαραθέσεις, διαλόγους ή κάποια άλλη ενασχόληση σχετικά με συγκεκριμένες διαμάχες.
> Ο παρών Σύμβουλος CSR δεν έχει Ετήσια Αναφορά κι οι μόνες δημοσιεύσεις αφορούν έξι ομιλίες που δόθηκαν από τότε που διορίστηκε κατά το 2015.
> Το Εθνικό Σημείο Επαφής (NPC) έχει ασχοληθεί με μία μονάχα υπόθεση κατά το 2015 και συνολικά πέντε υποθέσεις από το 2011.


Μεθοδολογία

Για να συλλέξει αυτές τις πληροφορίες, το JCAP συντόνισε μια ομάδα εθελοντών φοιτητών Νομικής από πέντε διαφορετικά καναδικά πανεπιστήμια, για να αναγνωρίσουν περιστατικά βίαων συγκρούσεων και ποινικοποίησης. Οι ερευνητές αρχικά συμπλήρωσαν μια λίστα περιστατικών χρησιμοποιώντας βάσεις δεδομένων από το Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Συγκρούσεων της Λατινικής Αμερικής (Observatorio de Conflictos Mineros de America Latina – OCMAL), την Ερευνητική Ομάδα McGill για τη Διερεύνηση των Καναδικών Εξορύξεων στη Λατινική Αμερική (McGill Research Group Investigating Canadian Mining in Latin America – MICLA), τον Άτλαντα Περιβαλλοντικής Δικαιοσύνης (Environmental Justice Atlas) του EJOLT, (Environmental Justice Organisations, Liabilities and Trade), και την έκθεση που δημοσιεύτηκε το 2015 από την Ομάδα Εργασίας για τις Εξορύξεις και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στη Λατινική Αμερική (Working Group on Mining and Human Rights in Latin America) με τίτλο “Οι επιπτώσεις των καναδικών εξορύξεων στη Λατινική Αμερική, και οι ευθύνες του Καναδά” (“The Impact of Canadian Mining in Latin America and Canada's Responsibility).

Οι φοιτητές έπειτα ερεύνησαν διεξοδικά τις βίαιες διαμάχες χρησιμοποιώντας Αγγλικά και Ισπανικά μέσα ενημέρωσης, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, κρατικές και εταιρικές αναφορές διαθέσιμες στο Διαδίκτυο. Η κύρια μηχανή αναζήτησης που χρησιμοποιήθηκε ήταν το Google (του Καναδά και της εκάστοτε εν λόγω χώρας). Χρησιμοποιήσαμε επίσης το HuriSearch (μηχανή αναζήτησης για περιεχόμενο σχετικό με τα ανθρώπινα δικαιώματα) και το SEDAR (καναδική διαδικτυακή βάση δεδομένων που στοχεύει στην εταιρική διαφάνεια). Για κάθε περιστατικό, οι ερευνητές επιχείρησαν να αποκτήσουν πρόσβαση σε ποικιλία πηγών. Σε γενικές γραμμές, οι πιο προσβάσιμες πηγές ήταν τα τοπικά μέσα ενημέρωσης και οι αναφορές των ΜΚΟ. Οι εταιρικές αναφορές ήταν ελάχιστες και οι επίσημες κυβερνητικές αναφορές ήταν είτε ελάχιστες είτε απροσπέλαστες.